ΤΙ ΘΕΛΟΥΜΕ (ΚΑΙ ΤΙ ΟΧΙ)
Η μεγαλύτερη απειλή σήμερα, είναι η αδράνεια. Αν κάποιοι κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν, εμείς δεν πρέπει να αφήσουμε τα πράγματα στην τύχη τους. Δεν θέλουμε να ζήσουμε σε μια αποσυνάγωγη, περιθωριοποιημένη χώρα. Δεν διαπραγματευόμαστε ρόλους, αλλά θέλουμε να έχουμε λόγο. Στον δημόσιο διάλογο έχουν θέση και οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας, που ενδιαφερόμαστε και δεν δίνουμε πια λευκές επιταγές. Μαζί με όσους θέλουν και με όσους μπορούν, με τους συντρόφους του παλιούς και με τους νέους φίλους, θέλουμε να πάρουμε μέρος στην προσπάθεια για την αντιμετώπιση της κρίσης, αλλά και στο σχεδιασμό της μετά την κρίση Ελλάδας.
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ
Η ελληνική μεταπολίτευση, ήταν η περίοδος του καθυστερημένου ελληνικού εκσυγχρονισμού. Ο τροχός της ιστορίας άρχισε να γυρίζει πιο γρήγορα και να μας πηγαίνει μπροστά. Η δημοκρατία αποκαταστάθηκε. Η Αλλαγή του 1981 δεν έγινε η ρεβάνς των ηττημένων του εμφυλίου, αλλά κατάφερε να κλείσει ειρηνικά τους λογαριασμούς του διχασμού. Η Ελλάδα εντάχθηκε στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα και αργότερα στη ζώνη του ευρώ. Αυτή είναι η θετική κληρονομιά της εποχής.
Όμως η Ελλάδα της μεταπολίτευσης, ήταν μια στερημένη χώρα από πολιτική, κοινωνική, και οικονομική άποψη. Η μεταπολίτευση ήλθε ορμητικά να αποκαταστήσει αυτή την υστέρηση, και πολλές φορές το έκανε με την υπερβολή και τον φανατισμό του νεοφώτιστου. Η υπερβολή, κάποια στιγμή, έγινε διαστροφή των θεσμών και διαφθορά. Το πολιτικό σύστημα όχι μόνο δεν μπόρεσε να αντισταθεί αλλά έγινε μέρος του προβλήματος. Όλοι εμείς, συνηθίσαμε. Η ακεραιότητα έγινε αυτοθυσία, η σκοτεινή όψη της μεταπολίτευσης έγινε καθεστώς κι έτσι, ας το ομολογήσουμε, η χώρα μας βρέθηκε σε παρακμή.
Ήλθε λοιπόν η ώρα να αφήσουμε πίσω μας τη μεταπολίτευση και την Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία, αποδίδοντας όλες τις τιμές που τους αξίζουν - και να πάμε μπροστά. Τώρα πρέπει να βάλουμε τέλος στο παλαιό καθεστώς, σε όλα αυτά που μας καταδυναστεύουν και σπρώχνουν τη χώρα μας στο αδιέξοδο: τη διαφθορά, τη φοροδιαφυγή, τη σπατάλη, τα φέουδα, τα προνόμια, την κλεπτοκρατία, την προσοδοθηρία, τη γραφειοκρατία, την αναποτελεσματικότητα, το πελατειακό κράτος. Και ταυτόχρονα, είναι η ώρα να παλέψουμε για τον τόπο μας, για την ατομική και τη συλλογική πρόοδο με την πιο ουσιαστική έννοια της λέξης, επιδιώκοντας την ελληνική αναγέννηση μετά την κρίση. Αυτή την αναγέννηση συμβολίζει η έννοια της Τέταρτης Δημοκρατίας, στην οποία καταφεύγουμε χωρίς καμία ροβεσπιερική διάθεση, μόνο για να συμβολίσουμε το εύρος των αναγκαίων αλλαγών.
ΕΝΑ ΒΗΜΑ ΕΜΠΡΟΣ, ΔΥΟ ΒΗΜΑΤΑ ΠΙΣΩ
Το πρόβλημα της χώρας είναι ότι δουλεύουμε εκατομμύρια άνθρωποι, κάθε μέρα, για πολλές (περισσότερες από τον μέσο ευρωπαίο εργαζόμενο) ώρες, και τελικά παράγουμε επί δεκαετίες μερικά δισεκατομμύρια έλλειμμα. Με αυτό το έλλειμμα, η πολιτική τάξη ήθελε να φτιάξει παιδεία, υγεία, υποδομές, άμυνα, ασφάλεια και καριέρες. Η εποχή της ανεύθυνης αμεριμνησίας τελείωσε θορυβωδώς το 2009, όταν αποκαλύφθηκε ότι η κυβέρνηση Καραμανλή νόθευσε τα στατιστικά στοιχεία της χώρας και ταυτόχρονα εκτόξευσε το χρέος σε δυσθεώρητα ύψη. Η Ελλάδα έγινε αναξιόχρεη.
Τα τελευταία δύο χρόνια σηματοδοτήθηκαν από τη μεγάλη προσπάθεια της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ και προσωπικά του Γιώργου Παπανδρέου, ως πρωθυπουργού, να προστατεύσει τους πολίτες από την πλήρη κατάρρευση της χώρας. Οι πολίτες, υπό το κράτος του φόβου για το μέλλον, δέχθηκαν να πληρώσουν το βαρύ τίμημα, δείχνοντας ανοχή και ακόμη μεγαλύτερη υπομονή. Ωστόσο, δύο ολόκληρα χρόνια μετά βρισκόμαστε και πάλι στο χείλος της καταστροφής, με δραματική επιδείνωση του εισοδήματος και του επιπέδου ζωής όλων μας, κυρίως όμως χωρίς ορατή διέξοδο και έχοντας λίγες μόνο ελπίδες. Μπορεί η κυβέρνηση Παπαδήμου να είναι η τελευταία ευκαιρία μας, ταυτόχρονα όμως είναι το αποτέλεσμα της αποτυχίας του ΠΑΣΟΚ να ανταποκριθεί, από πολιτική και διαχειριστική άποψη, στις απαιτήσεις της κρίσης. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι η Νέα Δημοκρατία που πυροδότησε το πρόβλημα επιστρέφει ως μέρος της λύσης, ενώ η δημοκρατία δέχθηκε πλήγμα καθώς η ακροδεξιά συμμετέχει στην κυβέρνηση σε μια απονενοημένη προσπάθεια έκφρασης εθνικής ενότητας.
Οι αιτίες της αποτυχίας αυτής, είναι κυρίως:
- Η αυτοπαγίδευση του ΠΑΣΟΚ στη ρητορική της αισιοδοξίας (με αφετηρία το μοιραίο σύνθημα «λεφτά υπάρχουν») που αποδείχθηκε εξωπραγματική.
- Η μετάθεση της πρωτοβουλίας και της ευθύνης στο μνημόνιο και τους δανειστές μας. Η κυβέρνηση εξέπεμπε σταθερά το μήνυμα ότι δεν πιστεύει στην πολιτική που εφαρμόζει, αλλά συμμορφώνεται στις απαιτήσεις των δανειστών μας.
- Η αδυναμία του ΠΑΣΟΚ να εκπονήσει και, στη συνέχεια, να υποστηρίξει ένα προοδευτικό και συνεκτικό πολιτικό σχέδιο αντιμετώπισης της κρίσης, με τους δεδομένους περιορισμούς αλλά και με την αναγκαία πρωτοβουλία που έπρεπε να αναλάβει ως ηγετική προοδευτική δύναμη στη χώρα.
- Η αναβλητικότητα και η αδράνεια στην πραγμάτωση διακηρυγμένων στόχων και αναγκαίων μεταρρυθμίσεων. Η μεγάλη νομοθετική παραγωγή και ο εντυπωσιακός όγκος των μεταρρυθμίσεων αυτοϋπονομεύτηκε από την άρνηση να φτάσει το μαχαίρι στο κόκκαλο, να γίνουν οι μεταρρυθμίσεις από νόμος πράξη, να πολιτικοποιηθεί η σύγκρουση με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης και αναπτυξιακής λογικής.
5 + 1 ΘΕΣΕΙΣ
Με αυτές τις σκέψεις, επιχειρούμε την διατύπωση θέσεων που μας χρησιμεύουν ως σημείο προσανατολισμού στο νέο σύμπαν που δημιουργείται, προκαλώντας τον διάλογο και τον αντίλογο.
1. Προοδευτικές μεταρρυθμίσεις, με συλλογική υπευθυνότητα και κοινωνική δικαιοσύνη.
Η καθολική κρίση που ταλανίζει τη χώρα μας, απαιτεί ριζικές αλλαγές παντού. Όσο η πολιτική εξαντλείται σε αποσπασματικά, εισπρακτικά και εν πολλοίς άδικα μέτρα, το αδιέξοδο θα επιτείνεται. Είναι ανάγκη να συζητήσουμε για τις μεγάλες διαρθρωτικές πολιτικές που θα δημιουργήσουν νέες ευκαιρίες ιδίως για τους εργαζόμενους και τη μεσαία τάξη, θα ανατρέψουν τις εγγενείς αδυναμίες και παθογένειες που μας οδήγησαν στο σημερινό αδιέξοδο και θα αλλάξουν οριστικά την Ελλάδα. Με τη συνεργασία και τη συμμετοχή όλων των φορέων και κοινωνικών επιχειρηματικών και επαγγελματικών ομάδων. Με αίσθηση και έμπρακτη απόδειξη κοινωνικά δίκαιης κατανομής βαρών και ευθυνών.
2. Ο ιδιωτικός τομέας ατμομηχανή της νέας ανάπτυξης.
Υπάρχει σήμερα μια θεμελιώδης διαφορά από προηγούμενες περιόδους της ελληνικής οικονομικής ιστορίας. Στο παρελθόν, το κράτος ήταν η ατμομηχανή και ο χρηματοδότης της ανάπτυξης. Η δημόσια δαπάνη (υπό όλες τις μορφές: δημόσιες επενδύσεις, κρατικές ή άλλες ενισχύσεις, δημόσιες συμβάσεις κ.ά.) ήταν καθοριστική για την επιχειρηματικότητα, τις υποδομές, τις υπηρεσίες αλλά και την κατανάλωση και γενικά την οικονομική δραστηριότητα και το εθνικό εισόδημα, μάλιστα σε βαθμό που το κράτος από ρυθμιστής σταδιακά μεταβλήθηκε σε κυρίαρχο παράγοντα της αγοράς. Η υπέρμετρη εμπλοκή του κράτους στην οικονομική δραστηριότητα δεν ήταν πάντοτε αθώα: Οι πελατειακές σχέσεις, η διαφθορά και η διαπλοκή, έβρισκαν πρόσφορο έδαφος όταν το κράτος μεταβαλλόταν σε παίκτη της αγοράς. Ο στρεβλός αυτός ρόλος του κράτους δεν πρέπει να συνεχιστεί, αλλά ούτε και μπορεί αφού την περίοδο που διανύουμε οι διαθέσιμοι δημόσιοι πόροι έχουν συρρικνωθεί δραματικά.
Στα χρόνια που έρχονται, για πρώτη φορά στην ιστορία μας η ανάπτυξη θα πρέπει κατά κύριο λόγο να στηριχτεί στην πρωτοβουλία και τους πόρους του ιδιωτικού τομέα, όπου η υγιής επιχειρηματικότητα, η καινοτομία, η ποιότητα, η προσαρμοστικότητα και ο μακροπρόθεσμος σχεδιασμός θα έχουν αποφασιστική συμβολή. Το κράτος, από την πλευρά του, οφείλει να υποστηρίξει με πρακτικά μέτρα την ανάπτυξη, να εμψυχώσει και να διευκολύνει τις επενδύσεις και την επιχειρηματικότητα, να δώσει κίνητρα και ενισχύσεις με διαφάνεια και επιλεκτικότητα, αξιοποιώντας με τον πιο ουσιαστικό τρόπο όλους τους διαθέσιμους κοινοτικούς και εθνικούς πόρους. Επιτέλους, πρέπει να αποκατασταθεί ισορροπημένη και αυθεντική σχέση του δημόσιου τομέα με την αγορά, όπου το κράτος είναι επόπτης και ρυθμιστής, αλλά όχι παίκτης της.
Ταυτόχρονα, το χρηματοπιστωτικό σύστημα πρέπει να αναμορφωθεί ώστε να περιορίσει τη κερδοσκοπική συμπεριφορά του και να συνεισφέρει στην ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας, προσφέροντας χρηματοδότηση με όσο το δυνατό χαμηλότερο κόστος και στηρίζοντας με διαφάνεια τις επιχειρηματικές πρωτοβουλίες.
3. Συμμαχία ευθύνης.
Πιστεύουμε στη συγκρότηση μιας μεγάλης συμμαχίας ευθύνης για την ανασυγκρότηση της χώρας, με στόχο να προκληθεί ένα δημιουργικό κύμα που θα σαρώσει την παρακμή και θα κινητοποιήσει ένα μεγάλο πλήθος αποφασισμένων πολιτών που με συστηματική δουλειά σε όλους τους χώρους, βήμα προς βήμα, θα απαιτήσουν και θα εγγυηθούν ότι η χώρα μας θα γίνει καλύτερη στο τέλος αυτής της δύσκολης πορείας που έχουμε μπροστά μας. Αυτή η μεγάλη συμμαχία έχει εθνικό βεληνεκές, γιατί ο στόχος της ανασυγκρότησης της χώρας μας διατρέχει όλα τα στρώματα και τις δυνάμεις του ελληνισμού, ανεξάρτητα από την παραδοσιακή πολιτική ή κοινωνική ένταξή τους και τις κομματικές τους προτιμήσεις. Η κεντροαριστερά πρέπει να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στη συγκρότηση αυτής της συμμαχίας, επιδιώκοντας να προσελκύσει ακόμη και τις δημιουργικές δυνάμεις του κέντρου που στεγάζονται στη συντηρητική παράταξη.
4. Εκστρατεία κατά της διαφθοράς.
Η διαφθορά αποτελεί ίσως το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα μας σήμερα. Εκτός από τη «μεγάλη» διαφθορά, τις πολύκροτες υποθέσεις σκανδάλων με μεγάλο οικονομικό αντικείμενο και υψηλά ιστάμενα πρόσωπα να εμπλέκονται, υπάρχει σε τεράστια έκταση και η λεγόμενη μικρο-διαφθορά, αυτή που συναντούμε όλοι στην καθημερινότητα (φακελάκι στην υγεία, γρηγορόσημο στην δημόσια υπηρεσία, χρηματισμός στην εφορία, τις πολεοδομίες κ.ά.). Γι’ αυτό έχουμε ανάγκη μια εθνική εκστρατεία κατά της διαφθοράς, που θα στοχεύει ταυτόχρονα στην ανατροπή της κουλτούρας αποδοχής της μικρής διαφθοράς στην καθημερινότητα, στην δημιουργία αποτρεπτικών θεσμών και διαδικασιών με πρακτικό χαρακτήρα, ιδίως με την απαλλαγή της δημόσιας διοίκησης από οποιαδήποτε πελατειακή ή κομματική εξάρτηση, και στην λήψη πρακτικών μέτρων για την ενθάρρυνση της καταγγελίας και την προστασία του καταγγέλλοντος.
5. Πολιτικό σύστημα: Υπεράσπιση της πολιτικής και των ιδεών.
Το πολιτικό σύστημα και το πολιτικό προσωπικό παρασύρονται στη δίνη της κρίσης και του γενικευμένου πολιτικού κυνισμού που οδηγεί στην συνολική απόρριψη της πολιτικής. Απαιτείται μια νέα αρχιτεκτονική και μια νέα ποιότητα του πολιτικού συστήματος, ώστε να εξασφαλίζεται η διαφάνεια, η θεσμική λειτουργία, ο έλεγχος, η λογοδοσία αλλά και η συνεχής ανανέωση. Μερικές ιδέες:
- Κατάργηση του πρωθυπουργο-κεντρικού μοντέλου του Συντάγματος του 1975/1986, με την θέσπιση ισχυρών θεσμικών αντερεισμάτων στο Κοινοβούλιο και την Προεδρία της Δημοκρατίας.
- Νέος εκλογικός νόμος ώστε, χωρίς να θίγεται η δυνατότητα και το σημερινό επίπεδο εκπροσώπησης των μικρότερων κομμάτων, οι πολιτικοί θα εκτίθενται άμεσα σε σχετικά μικρό αριθμό εκλογέων, σε μικρές μονοεδρικές ή ολιγοεδρικές περιφέρειες, αναβαθμίζοντας την ποιότητα της εκπροσώπησης, ενισχύοντας την διαφάνεια και μειώνοντας την εξάρτηση από μέσα ενημέρωσης.
- Απόλυτος διαχωρισμός νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας. Οι βουλευτές πρέπει να είναι οι νομοθέτες που εκπροσωπούν τους εκλογείς με την ψήφο τους στους νόμους του κράτους, χωρίς να αναλαμβάνουν υπουργικά καθήκοντα. Οι υπουργοί δεν είναι βουλευτές κι έτσι δέχονται αποφασιστικά χτύπημα οι πελατειακές σχέσεις.
- Θέσπιση ορίου θητειών στις αιρετές θέσεις.
- Κατάργηση ή δραστικός περιορισμός της κρατικής χρηματοδότησης των κομμάτων. Τήρηση βιβλίων Γ’ κατηγορίας και ετήσιος έλεγχος για κόμματα και βουλευτές, όπως ισχύει για κάθε οικονομικό φορέα.
- Κατάργηση όλων των αδικαιολόγητων προνομίων που συνοδεύουν την ιδιότητα του βουλευτή (όπως η ασυλία για την κοινή παραβατική συμπεριφορά, η πρόσθετη συνταξιοδότηση κ.ά.).
- Υιοθέτηση από τα ελληνικά κόμματα προβλέψεων και κανόνων εσωτερικής λειτουργίας, που ισχύουν στις ευρωπαϊκές πολιτικές οικογένειες (όπως το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα και το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα.)
6. Ενότητα, όχι κατακερματισμός της δημοκρατικής παράταξης.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η δίνη της κρίσης απειλεί και το ΠΑΣΟΚ. Ωστόσο, η ανασυγκρότηση της χώρας χρειάζεται τη δημοκρατική παράταξη ενωμένη, μεγάλη και ισχυρή. Το ΠΑΣΟΚ οφείλει να προσέλθει ενιαίο και αποφασισμένο σε αυτή την προσπάθεια και γι’ αυτό σήμερα, περισσότερο από ποτέ, χρειαζόμαστε ενωτικές πρωτοβουλίες και ανοικτό δημοκρατικό διάλογο, όχι κατακερματισμό και αποκλεισμούς. Όμως για να τα καταφέρει, το ΠΑΣΟΚ πρέπει να αλλάξει και να υπερβεί τον εαυτό του. Αν ταυτιστεί με το συστημικό ΠΑΣΟΚ της μεταπολιτευτικής παρακμής, θα συρρικνωθεί και θα φθίνει. Αν εκφράσει τις μεταρρυθμιστικές δυνάμεις της χώρας με τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό τους, τα δυναμικά στρώματα του πληθυσμού και τις παραγωγικές δυνάμεις της πραγματικής (όχι της παρασιτικής) οικονομίας, θα προσφέρει υπηρεσία στη χώρα.