(Γράφει ο Σάκης Μαμμής)
Είναι αλήθεια ότι υπήρξε (και θα υπάρξει και στο μέλλον...) πληθώρα αναλύσεων για το σχέδιο φορολογικής μεταρρύθμισης που παρουσίασε στις αρχές Μαρτίου ο ΣΥΡΙΖΑ, από βαθύτερους γνώστες των Οικονομικών. Θα προσπαθήσω να εστιάσω σε τρία σημεία της παρουσίασης, τα οποία αφ' ενός δεν χρειάζονται εξειδικευμένες γνώσεις, και αφ' ετέρου δεν νομίζω ότι μπορούν να έχουν (πολύ) διαφορετική ερμηνεία από αυτήν που θα δώσω.
Η πρώτη μου προσέγγιση είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ συναντά το ρεαλισμό. Συμφωνώ σε πολλά σημεία με τις προτάσεις του. Τι έγινε ξαφνικά; Αλλαξα εγώ προσέγγιση; Αλλαξε προτάσεις ο ΣΥΡΙΖΑ; Συμφωνούσα από την αρχή, αλλά δεν το ήξερα; Ας το δούμε:
1. Είπε ο κ. Τσίπρας:"Αν η φοροεισπρακτική πολιτική μας τα προηγούμενα χρόνια ήταν ορθή, θα είχαμε συναντήσει την κρίση του 2008 με το δημόσιο χρέος που είχε τότε και η Γερμανία". Σωστό. Επομένως, δεν θα χρειαζόμασταν και μνημόνιο. Αρα, η κρίση χρέους δημιούργησε το μνημόνιο, ή το μνημόνιο την κρίση; Ξεπερνώντας την κρίση χρέους θα ξεπεράσουμε το μνημόνιο, ή καταργώντας το μνημόνιο θα ξεπεράσουμε την κρίση; Στην πιθανή "μη" απάντηση (το μνημόνιο επιτείνει την κρίση, άρα πρέπει να καταργηθεί άμεσα) θα επανέλθω παρακάτω. Για την ώρα, είναι κρίσιμο να θυμόμαστε ότι εμείς είμαστε σε μνημόνιο λόγω του δημόσιου χρέους και όχι σε χρέος λόγω του μνημονίου.
2. Είπε ο κ. Τσίπρας: "Με ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα θα μπορούμε να περιορίσουμε τα ελλείμματα, να φτάσουμε τη σχέση εσόδων-εξόδων στο μέσο όρο της Ε.Ε., να ασκήσουμε κοινωνική πολιτική, και να έχουμε χρήματα για τις απαραίτητες δημόσιες επενδύσεις". Σωστό. Ο κ. Τσίπρας, επιτέλους, αντιλαμβάνεται την ανάγκη να ασκηθεί κοινωνική πολιτική, και να γίνουν δημόσιες επενδύσεις, όχι με δανεικά, αλλά είτε με πρωτογενή πλεονάσματα, είτε με όσο το δυνατό ελεγχόμενο δημόσιο χρέος. Δεν ισχυρίζεται ότι αυτή είναι η απόλυτα ορθή λύση. Αντιλαμβάνεται όμως ότι αυτό είναι το (σημερινό τουλάχιστον) πλαίσιο αρχών της Ε.Ε. Να θυμίσω ότι άλλοι, πριν τον κ. Τσίπρα (και εμφατικά η Π 80), έθεσαν το ζήτημα του ελλείμματος ως κυρίαρχο για την επίλυση του ελληνικού προβλήματος. Και είναι απόλυτα λογικό. Μια χώρα με πρωτογενές πλεόνασμα είναι πιό αξιόπιστη και πιό ελκυστική από μια χώρα με έλλειμμα, ακόμα και αν έχουν το ίδιο ακριβώς δημόσιο χρέος. Αρα, καλώς ή κακώς, εκ των πραγμάτων, και όχι επειδή το θέλουμε, οι ιδεολογικά "καθαρές" κεϋνσιανές πολιτικές των δημόσιων επενδύσεων με δανεικά, δεν είναι η ιδανική πρόταση υπό τις συνθήκες που σήμερα επικρατούν στην Ε.Ε.
3. Είπε ο κ. Τσίπρας: "Απαιτείται μια ριζική μεταρρύθμιση τόσο στη φορολογική νομοθεσία, όσο και στους φοροελεγκτικούς και φοροεισπρακτικούς μηχανισμούς, προκειμένου η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ να είναι αποτελεσματική, αποδοτική, κοινωνικά δίκαιη". Ορθότατο. Πολλοί άλλοι, πριν από αυτόν, εστίασαν στο θέμα των ριζικών αλλαγών στο Κράτος, ως προϋπόθεση μιας ορθολογικής οικονομικής πολιτικής. Τίθεται όμως αβίαστα το ερώτημα: Πόσος χρόνος χρειάζεται για να ολοκληρωθούν αυτές οι μεταρρυθμίσεις; Μια βδομάδα; Ενας μήνας; Πέντε μήνες; Είμαι σίγουρος, ότι ούτε ο κ. Τσίπρας δεν είναι τόσο αισιόδοξος. Και για αυτό ούτε έθεσε ρητορικά, ούτε απάντησε σε αυτό το ερώτημα. Γιατί ο χρόνος που απαιτείται είναι περισσότερος, οπότε θα τεθεί αβίαστα πάλι, το επόμενο ερώτημα: Πώς θα λειτουργεί η ελληνική οικονομία στο χρονικό διάστημα που απαιτείται μέχρι να ολοκληρωθούν οι αλλαγές στους φφοροεισπρακτικούς μηχανισμούς; Οι πιθανές απαντήσεις που εγώ βρίσκω, είναι τρεις:
- Πρώτον, με όσα ήδη παράγει, αφού ήδη το έλλειμμα μειώνεται. Αυτό σημαίνει ότι για αρκετά ακόμα χρόνια θα έχουμε περιορισμένη κοινωνική πολιτική, και ανύπαρκτη αναπτυξιακή πολιτική δημόσιων επενδύσεων, γιατί η σημερινή κατάσταση έχει και αυτές τις συνέπειες. Αρα, μάλλον απορρίπτεται.
- Δεύτερον, να δανειστούμε από μη τοκογλύφους. Για να μην έχει κατονομάσει κανέναν μέχρι σήμερα ο κ. Τσίπρας, μάλλον δεν έχει βρει. Αρα, απορρίπτεται.
- Τρίτον, να δανειστούμε από όπου μπορούμε, με τους καλύτερους δυνατούς όρους. Επανέρχομαι λοιπόν στην "μη" απάντηση που ανέφερα παραπάνω. Το σκληρό μνημόνιο, με τους κοινωνικά άδικους όρους, είναι η μόνη λύση δανεισμού που βρέθηκε. Και ο ΣΥΡΙΖΑ, κάποια στιγμή, θα πρέπει να απαντήσει: για ποιό λόγο, όταν του δόθηκε η ευκαιρία να συμμετάσχει στη σύνταξη ενός μνημονίου φιλολαϊκού και κοινωνικά δίκαιου, το αρνήθηκε; Γιατί άφησε τη διαπραγμάτευση του μνημονίου σε μια συντηρητική πλειοψηφία; Γιατί, όταν μπορούσε, δεν επέβαλε τους όρους του; Και, θυμίζω, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν τα έσπασε στη διαπραγμάτευση με τις άλλες πολιτικές δυνάμεις, επειδή οι υπόλοιπες δυνάμεις δεν δέχθηκαν τις προτάσεις του στο φορολογικό. Τα έσπασε, επειδή επέμενε στην άμεση κατάργηση του μνημονίου, ενώ ακόμα δεν είχε βρει υποκατάσταστο. Και τα έσπασε, ακολουθώντας μια πολιτική απόλυτα αντίστροφη από αυτήν που προκύπτει από τις προτάσεις που κατέθεσε τον Μάρτιο. Προεκλογικά, έλεγε ότι η άμεση κατάργηση του μνημονίου είναι προϋπόθεση για να βγει η χώρα από την κρίση, χωρίς να εξηγεί πού θα βρεθούν τα χρήματα που χρειάζονται. Σήμερα, το εξηγεί: από ένα δίκαιο και αποτελεσματικό φορολογικό σύστημα. Μόνο που αυτό προϋποθέτει την αντίστροφη πορεία: Ολοκληρώνω τις αλλαγές, καθιστώ λειτουργικό το σύστημα, σταματάω να παράγω ελλείμματα, αξιοποιώ τα πλεονάσματα, περιορίζω το χρέος, δεν χρειάζομαι το μνημόνιο. Ο,τι έλεγαν δηλαδή προεκλογικά όλες οι άλλες κεντροαριστερές δυνάμεις, πλην ΣΥΡΙΖΑ!!!
Αυτή την αντίφαση ο κ. Τσίπρας δεν την ανέδειξε. Και πιθανότατα, θα υπάρξει προσπάθεια υποβάθμισής της από το ΣΥΡΙΖΑ, με φραστικά παιχνίδια. Θα προκύπτει όμως συνεχώς αυτή η αντίφαση. Κάθε φορά που ο ΣΥΡΙΖΑ θα εξειδικεύει το πολιτικό του πρόγραμμα, όπως έκανε χθες. Και αν συνεχίσει να πορεύεται με την ίδια λογική, θα οδηγηθεί προεκλογικά σε ένα τεράστιο δίλημμα: ή θα υπερασπιστεί τις εξειδικευμένες του θέσεις, οπότε θα αναγνωρίσει ότι η άμεση κατάργηση του μνημονίου είναι αδιέξοδη, ή θα επειμείνει στο μαξιμαλισμό της κατάργησης του μνημονίου, αναιρώντας τις εξειδικευμένες του θέσεις.
Και αν επιλέξει τη μεσοβέζικη θέση της "επαναδιαπραγμάτευσης", τότε θα πρέπει να όχι να δώσει εξηγήσεις, αλλά να ΑΠΟΛΟΓΗΘΕΙ γιατί δεν το απαίτησε όταν μπορούσε, γιατί άφησε δυο χρόνια τις τύχες της χώρας σε μια νεοφιλελεύθερη συντηρητική πλειοψηφία, γιατί αρνήθηκε να συνεργήσει στην ταχύτερη και δικαιότερη αλλαγή των δομών των φοροελεγκτικών μηχανισμών, ΓΙΑΤΙ ΕΒΓΑΛΕ ΤΗΝ ΟΥΡΑ ΤΟΥ ΑΠ' ΕΞΩ, όταν είχε την ιστορική ευκαιρία να καθορίσει ένα διαφορετικό μνημόνιο, μια διαφορετική πορεία της χώρας. Από την απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα, δεν θα μπορέσει να ξεφύγει, όσο καλά και αν κρύβεται πίσω από τις λέξεις...